Τετάρτη 2 Ιουλίου 2014

 ΑΠΟΙΚΙΑ ΟΙΚΕΙΟΘΕΛΩΣ ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΩΝ - ΕΝΑ ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ , ΓΡΟΘΙΑ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑΧΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΡΩΜΙΟΥ...

 
 

ΠΕΣΤΑ ΡΕ ΑΡΤΕΜΗ ΡΩΜΙΕ , ΕΙΣΑΣΤΕ ΔΥΣΕΥΡΕΤΟΙ ... ΑΦΟΥ ΕΓΩ ΣΑΣ ΒΛΕΠΩ ΠΑΝΤΟΥ , ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΠΟΤΕ ΘΑ ΣΥΝΕΛΘΕΙ ΑΥΤΟΣ Ο ΛΑΟΣ , ΝΑ ΞΑΝΑΓΙΝΕΙ ΕΛΛΗΝ ΚΑΙ ΟΧΙ ΡΕΜΠΕΣΚΕΣ "ΡΩΜΙΟΣ"...
 


Ένα ψυχογράφημα
τής Ρωμιοσύνης


Το άκουσα πολλές φορές μέχρι να
μπορέσω να το εμπεδώσω. Το υπό
ανέγερση γήπεδο μιάς ποδοσφαιρικής
ομάδας βαφτίστηκε «Αγιά Σοφιά».

Ρώτησα ένα φίλο και οργανωμένο
οπαδό τής συγκεκριμένης ομάδας
να μου πει πώς προέκυψε αυτό
το όνομα. Η απάντησή του ήταν
αποστομωτική: «Για να ξαναζωντα-
νέψει η Ρωμιοσύνη
».

Ο φίλος είναι μάλλον, λάθος.
Η Ρωμιοσύνη δέν χρειάζεται ζωντά-
νεμα. Ποτέ της δέν πέθανε. Ποτέ
της δέν έσβησε. Είναι πάντα
εδώ. Δυνατή όσο ποτέ, γιά
να κάνει περήφανους όλους όσους
αναπνέουν τον αέρα της και ζουν
κάτω από τη μοναδική της σκέπη.

Είναι αλήθεια, πως γιά πολλούς
η Ρωμιοσύνη είναι μιά έννοια, που
τους κάνει να νιώθουν περηφάνια,
καμάρι και ψυχική ανάταση.

Τι είναι όμως η Ρωμιοσύνη;
Είναι τελικά η χώρα, ή μήπως μία
εγκεφαλική κατάσταση; Είναι
κάποιο είδος παροξυσμού, κάποια
κουλτούρα, κάποιος τρόπος ζωής;

Η Ρωμιοσύνη είναι μία ατμόσφαιρα,
ένας κώδικας συμπεριφοράς και
μία νοοτροπία.

Σε μένα βγάζει την αίσθηση τής
παρακμής και τής σαπίλας, που
ευδοκιμεί στον ελλαδικό χώρο.
Βυζαντινό μεσαιωνικό κατάλοιπο,
ναός τής δεισιδαιμονίας, άρνηση
για πρόοδο, ενοχή γιά εξέλιξη,
τρυφηλότητα και μαζοχισμός
παντρεμένα μαζί. Μίσος γιά την
αμφισβήτηση, γιά την αυτοβελτίωση,
γιά την παιδεία την πραγματική.

Τιμωρία τού ονείρου γιά τη
δημιουργία.


Τα γνωρίσματα τής Ρωμιοσύνης
είναι πολλά. Υλικά, αλλά και άυλα,
όλα όμως, ευδιάκριτα. Ορθόδοξοι
ναοί με μεγάλους σταυρούς
και πληθωρικά παγκάρια, που
συνδέονται απευθείας με τις τσέπες
τής Εκκλησίας-γαιοκτήμονα και
μεγαλοτσιφλικά εδώ και αιώνες.
Μαυροντυμένες και άπλυτες κατα-
ρούσες γριές με κομποσκοίνια,
κορμιά, που παζαρεύουν με το
θάνατο βάζοντας το παπαδαριό γιά
μεσίτη. Ανήλιαγοι εγκέφαλοι
προσκολλημένοι στη βυζαντινή
μπόχα.
Υποτέλεια, προσκύνημα, φόβος,
αλλά και κακία. Κακία και φθόνο γιά
ο,τιδήποτε όμορφο, καλλίγραμμο,
αρμονικό, ερωτικό και φυσιολογικό.
Ένα διαρκές σταυροκόπημα, δείγμα
εμετικής υποτέλειας και αυτο-
εξευτελισμού.

Πίσω όμως απʼ όλα αυτά κρύβεται
ένα άλλο πρόσωπο. Ένα πρόσωπο,
που μαρτυρά το DNA τής Ρωμιοσύνης.
Κρύβεται μιά λαγνεία γιά γρήγορο
πλουτισμό και ακολασία χωρίς προσω-
πικό μόχθο, χωρίς προσπάθεια,
χωρίς τσαγανό απέναντι στην ίδια
τη ζωή.




Ξεπουλημένα ανδρείκελα, γόνοι
τσιφλικάδων αρβανιτόβλαχων με
ζωώδη ένστικτα.

Δέν αναφέρομαι
στους πολιτικούς τής Ρωμιοσύνης,
αλλά στον ίδιο της το «λαό»,
που πάντα αλληθώριζε απέναντι
στο βόλεμα και τη ραστώνη
αδιαφορώντας αν το σπίτι τού
γείτονά του καιγόταν.


Ο λαός τής Ρωμιοσύνης προέκυψε,
όταν ενώθηκαν μεταξύ τους κάποιες
άξεστες βαλκανικές και ανατολίτικες
φάρες κάτω από το μαύρο ράσο
τής Ορθοδοξίας.

Μετά το 1821 προέκυψε και το
παραμύθι τής δήθεν συνέχειας
με την ελληνική αρχαιότητα
.











Μύθοι
(ΙΜΙΤΑΣΙΟΝ)Εθνικοί και θρησκευτικοί.
Προγονολατρεία και κωλομπαρισμένη
ιστορία κατά το δοκούν.

Σημαίες και λάβαρα, που αντι-
γράφηκαν και προσαρμόστηκαν
στο να εξυπηρετήσουν
τις ονειρώξεις ενός «λαού»,
που ακόμα ψάχνει την ταυτότητά
του άσκοπα και μάταια.

Και όμως. Αυτός ο «λαός» έχει
καταφέρει κάτι το τρομακτικό.
Κάτι, που δύσκολα οι επιστήμες
τής ψυχολογίας και τής κοινωνιο-
λογίας θα ερμήνευαν.
Αυτός ο λαός έχει καταφέρει
να πείσει τον εαυτό του, πως όχι
μόνο δέν ευθύνεται γιά την
κατάντια του και τον διαρκή
ξεπεσμό του, αλλά και πως γιά
όλα αυτά, ευθύνονται πάντα
κάποιοι άλλοι, οι «κακοί» και οι
«άπιστοι», οι «αιρετικοί»,
οι «ειδωλολάτρες».








Πάντα κάποιος τον επιβουλεύεται,
πάντα κάποιος τον φθονεί
και τον ζηλεύει.

Πάντα κάποιοι εξυφαίνουν ένα
σχέδιο εξόντωσής του!

Περίγελος και παλιάτσος αυτός
ο αρκουδιάρης λαός.

Μίμος και μάλιστα κακός.

Αλλοπρόσαλλος, παρανοϊκός
και κουτοπόνηρος.

Προς τα έξω, αρέσκεται να κορδώ-
νεται σαν το παγώνι, να καμαρώνει
γιά τα επιτεύγματα ενός πολιτισμού,
με τον οποίο δέν συνδέθηκε ποτέ.

Φουσκωμένα στήθη και βήμα καμα-
ρωτό σε παρελάσεις και επετείους,
ο επαίτης.

Απειλεί, φωνάζει, εκβιάζει και
ξεστομίζει κουβέντες, των οποίων
το νόημα αγνοεί.
Όλα μέχρι να βολευτεί, μέχρι να
βρει το λημέρι του και να αράξει
αμειβόμενος από ένα κράτος
«πατερούλη», που ο ίδιος έφτιαξε
γιά να λουφάξει μέσα του, να
κρύψει την οκνηρία του, να στε-
γάσει την τρυφηλότητά του.




ΠΗΓΗ: ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr/

 
Θεός και χρήμα
 

 
Sorry... I'm Romios!
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου